Ταυτότητα: Όσο και αν μας ακούγεται παράξενο, το καλαμπόκι καταλαμβάνει την πρώτη θέση ανάμεσα στα δημητριακά που καλλιεργούνται στον κόσμο, αν και δεν προορίζονται όλες οι ποσότητες για ανθρώπινη κατανάλωση. Το φυτό, Zea mays, που ανήκει στην οικογένεια των Αγρωστίδων, όπως το σιτάρι, το ρύζι, το κεχρί, αλλά και το ζαχαροκάλαμο και το μπαμπού, κατάγεται από το Μεξικό και υπήρξε το βασικό δημητριακό στη διατροφή των προκολομβιανών πληθυσμών της Αμερικής. Στην Ευρώπη έφτασε τον 16o αιώνα, μαζί με τα υπόλοιπα καλούδια της Αμερικής, αλλά η καλλιέργειά του διαδόθηκε σχετικά αργά και τμηματικά, κάτι που αποτυπώνεται στην ονομασία του στις διάφορες ευρωπαϊκές γλώσσες. Σιτάρι της Ινδίας, της Τουρκίας, της Ισπανίας, αλλά και της Αραβίας, από όπου και το Αραβόσιτος, είναι η επίσημη ονομασία του φυτού στα ελληνικά. Το κοινόχρηστο Καλαμπόκι, μάλλον είναι δάνειο από κάποια γειτονική μας γλώσσα. Το καλαμποκάλευρο προέρχεται από το άλεσμα ολόκληρων σπόρων, συνήθως της ποικιλίας Zea mays var. amylacea, είναι πλούσιο σε άμυλο και βέβαια δεν περιέχει γλουτένη.
Μορφή: Λεπτόκοκκη σκόνη, σε κίτρινο-κρεμ χρώμα.
Αρώματα και γεύση: Πολύ λεπτά αρώματα καλαμποκιού και χαρακτηριστική, γεμάτη γεύση, πιο πλούσια από του σιταριού.
Στην κουζίνα: Οι μεξικάνικες τορτίγιας, οι βαλκανικές ανοιχτές πίτες (ανεξάρτητα αν τις λέμε μπατζίνα, μαμαλίγκα ή όπως αλλιώς), οι λατινοαμερικάνικες ταμάλες και βέβαια το καλαμποκόψωμο είναι μόνο μερικές από τις χρήσεις που μπορεί να βρει αυτό το αλεύρι στην κουζίνα σας. Δοκιμάστε το ακόμα για να πανάρετε κρέατα ή για να δέσετε σάλτσες, αντικαθιστώντας το αλεύρι του σιταριού.
Ταιριάσματα: Θυμηθείτε ότι δεν περιέχει γλουτένη, άρα δεν «φουσκώνει».