Ταυτότητα: Το πιπέρι της Γουϊνέας, γνωστό και ως πιπέρι Μελεγκέτα, δεν είναι ακριβώς πιπέρι. Με άλλα λόγια, δεν προέρχεται από φυτό της οικογένειας των πιπερίδων, αλλά από το πολυετές, ποώδες φυτό Aframomum Melegueta, που ανήκει στην οικογένεια των Ζιγγιβερίδων και συγγενεύει με το τζίντζερ. Η καταγωγή του μάλλον βρίσκεται στις χώρες της Δυτικής Αφρικής, αλλά φαίνεται πως ήταν γνωστό στους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους, που το ονόμαζαν αφρικανικό πιπέρι. Εκείνο που το έκανε δημοφιλές στην Ευρώπη, πολύ πριν ανακαλυφθεί ο θαλάσσιος δρόμος των μπαχαρικών, ήταν η πικάντικη γεύση του, που σε καυστικότητα πλησιάζει εκείνη του μαύρου πιπεριού, ενώ και αρωματικά δεν απέχει πολύ.
Μορφή: Οι μικροί καρποί του Aframomum melegueta, που λέγονται και «σπόροι του Παραδείσου» σε πολλές γλώσσες, αποχωρίζονται από το περικάρπιό τους, την κάψα όπου βρίσκονται πολλοί μαζί, και αποξηραίνονται. Το χρώμα τους είναι σκούρο καφέ, με κόκκινες ανταύγειες και θυμίζει το μαόνι, ενώ το σχήμα τους είναι στρογγυλό και η υφή τους σκληρή.
Αρώματα και γεύση: Τα αρώματα θυμίζουν μαύρο πιπέρι, σε μια πιο φρουτώδη εκδοχή, με νότες λεμονάτες, αλλά και τζίντζερ. Στη γεύση είναι λίγο πιο ήπιο από το μαύρο πιπέρι, κάπου ανάμεσα στο λευκό και το πράσινο, ενώ δίνει και τη δροσιστική αίσθηση του καρδάμωμου.
Στην κουζίνα: Τριμμένο στο μύλο των μπαχαρικών, μπορεί να αντικαταστήσει το μαύρο πιπέρι, όπως γινόταν για πολλούς αιώνες. Στις χώρες παραγωγής του, στις οποίες έχει προστεθεί και η Αιθιοπία, χρησιμοποιείται ευρέως στις τοπικές κουζίνες, ενώ στις χώρες της βόρειας Αφρικής συμμετέχει κάποιες φορές και στα μείγματα ras-el-hanout. Ταιριάζει πολύ με το αρνί, το χοιρινό και το μεγάλο κυνήγι. Νοστιμίζει πολύ τα λαχανικά και τις τομάτες.
Ταιριάσματα: Ταιριάζει με όσα ταιριάζει και το μαύρο πιπέρι, δηλαδή με όλα.