Ταυτότητα: Το κόκκινο πιπέρι, κοκκινοπίπερο ή πάπρικα, της Ουγγαρίας, δεν είναι τίποτα περισσότερο από την αποξηραμένη και κονιορτοποιημένη σάρκα μιας από τις πολλές ποικιλίες του φυτού Καψικό το ετήσιο (Capsicum annuum), που ανήκει στο γένος των Καψικών, της πιπεριάς δηλαδή. Το φυτό έφτασε στην Ισπανία μαζί με άλλα της ίδιας οικογένειας όπως η τομάτα και η πατάτα, μετά την ανακάλυψη της Αμερικής, και από εκεί διαδόθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη. Στην Ουγγαρία φαίνεται πως ήρθε από τον βαλκανικό δρόμο, μέσω της οθωμανικής επικράτειας, στα μέσα του 16ου αιώνα, αλλά έγινε δημοφιλής και σχεδόν ταυτίστηκε με την εθνική κουζίνα της στο τέλος του 19ου αιώνα. Άλλωστε, και η ονομασία πάπρικα, που έχει περάσει στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, προέρχεται από τα ουγγρικά, αν και οι βαθύτερες ρίζες της βρίσκονται στο λατινικό piper και στο ελληνικό πιπέρι. Η καλύτερη ποιότητα θεωρείται ότι παράγεται στα νότια της χώρας, κοντά στα σύνορα με τη Σερβία και τη Ρουμανία, ενώ επισήμως υπάρχουν και 8 διαβαθμίσεις γευστικής έντασης.
Μορφή: Λεπτή πούδρα, με λαμπερό, κόκκινο χρώμα, που δηλώνει ότι ανήκει στην διαβάθμιση Edesnemes, δηλαδή γλυκιά και φινετσάτη.
Αρώματα και γεύση: Καθαρά αρώματα πιπεριάς στη μύτη, θερμή και όξινη αίσθηση στο στόμα, με σχεδόν ανεπαίσθητο κάψιμο.
Στην κουζίνα: Χρησιμοποιήστε την οπουδήποτε θέλετε τα αρώματα και το χρώμα του κοκκινοπίπερου, αλλά όχι το κάψιμο των πιο «επιθετικών» εκδοχών του. Αν θέλετε να τονίσετε περισσότερο τα αρώματά της, «τσιγαρίστε» την για ελάχιστα δευτερόλεπτα σε λάδι.