Ταυτότητα: Στον νότο της Αφρικής, εκεί που άλλοτε υπήρχαν πολλές λίμνες, οι οποίες εξαφανίστηκαν πριν από 10.000 χρόνια αφήνοντας πίσω τους μόνο υπόγειους υγρούς σχηματισμούς, εκτείνεται, σήμερα, μια άγονη σαββάνα, η έρημος Καλαχάρι, η «γη της μεγάλης δίψας», στη γλώσσα των ντόπιων. Σε κάποιο σημείο της ερήμου, αυτά τα υπόγεια ρεύματα συγκλίνουν σε έναν αρχαίο σχηματισμό βράχων, με καθαρούς, ανέγγιχτους από τον άνθρωπο κρυστάλλους άλατος. Οι κρύσταλλοι διαλύονται στο νερό, το οποίο ρέει σχηματίζοντας μια υπόγεια, προστατευμένη από ρύπανση, λίμνη άλμης. Αυτό το αλάτι συλλέγεται προσεκτικά και εν συνεχεία στεγνώνει στον ήλιο, μέσα στα πανάρχαια, υπέργεια αλοπήγια (τηγάνια) αυτής της παρθένου περιοχής.
Μορφή: Το σχεδόν διάφανο, λευκό, ακατέργαστο αλάτι της ερήμου αποτελείται από μικρούς, λεπτούς, καλοσχηματισμένους και φλοιώδεις κρυστάλλους, οι οποίοι μοιάζουν σχεδόν τετραγωνισμένοι.
Αρώματα και γεύση: Το άρωμα του είναι ευχάριστο και η γεύση του διακριτική, με χαμηλότερη αλατότητα από το «κλασικό» αλάτι.
Στην κουζίνα: Η απουσία μιας έντονα θαλασσινής γεύσης είναι το πλεονέκτημα που του επιτρέπει να χρησιμοποιείται για παρασκευές με σοκολάτες ή να παίζει καθοριστικό ρόλο στην παρασκευή αλλαντικών, τα οποία καταφέρνει να αλατίσει χωρίς να τα «ψήσει» υπερβολικά. Για τον ίδιο λόγο εκτιμάται ιδιαίτερα στην παρασκευή τουρσιών. Χρησιμοποιείται σε ωμές ή βραστές σαλάτες, αλλά και σε οποιοδήποτε φαγητό, κατά προτίμηση στο τέλος του μαγειρέματος.
Ταιριάσματα: Τονίζει τη γεύση οποιουδήποτε μπαχαρικού ή μυριστικού σταθεί δίπλα του.