Ταυτότητα: Η κάππαρη παράγεται από κάππαρη. Όσο παράδοξη και αν ακούγεται αυτή η δήλωση, ανταποκρίνεται απολύτως στην πραγματικότητα. Μόνο που η δεύτερη κάππαρη αναφέρεται σε φυτά του γένους Capparis, πιο συγκεκριμένα στα είδη Capparis spinosa και C. ovata, ενώ η πρώτη περιγράφει το αγαπημένο άρτυμα, κοινό στις περισσότερες κουζίνες της Μεσογείου. Στην πραγματικότητα, περιγράφει τα μπουμπούκια των φυτών, που συλλέγονται ακριβώς πριν ανοίξουν και μετατραπούν σε λουλούδια. Στην Ελλάδα συναντάμε κυρίως την C. spinosa (Κάππαρις η ακανθώδης), ενώ η Κάππαρις η ωοειδής (Capparis ovata) προτιμά τις πιο άγονες ζώνες της Ασίας και της βόρειας Αφρικής. Η κάππαρη συντηρείται με πολλούς τρόπους, ώστε να είναι διαθέσιμη ολόκληρο το χρόνο και ένας από αυτούς είναι το αλάτι. Εκτός από τα μπουμπούκια στην Ελλάδα συντηρούμε και καταναλώνουμε επίσης, τα φύλλα, τους τρυφερούς βλαστούς και τα καππαρόμηλα, τους καρπούς του φυτού, που μοιάζουν με βαθυπράσινες ελιές.
Μορφή: Μπουμπούκια κάππαρης που έχουν αφυδατωθεί με τη βοήθεια αλατιού. Η πράσινη εξωτερική τους επιφάνεια καλύπτεται από ελαφριά άχνη αλατιού.
Αρώματα και γεύση: Το άρωμα της κάππαρης είναι χαρακτηριστικό, αρκετά έντονο και θυμίζει λίγο χρένο ή wasabi, αλλά και σπόρους μουστάρδας. Η γεύση κινείται σε τόνους πικάντικους, με μια διακριτική πίκρα στο τελείωμα.
Στην κουζίνα: Η κάππαρη που συντηρείται στο αλάτι χρειάζεται οπωσδήποτε ξέπλυμα σε τρεχούμενο νερό, πριν την χρησιμοποιήσουμε. Επειδή τα αρώματά της επηρεάζονται από τη θερμοκρασία, αν δεν την καταναλώσουμε ωμή, καλό είναι να την προσθέτουμε προς το τέλος του μαγειρέματος. Νοστιμίζει τις σάλτσες, ιδιαίτερα όταν περιέχουν τομάτα ή κρασί, τα πουλερικά, το χοιρινό και τα ψάρια στο χαρτί. Οι Ιταλοί την αγαπούν στην πίτσα αλλά συμμετέχει απαραίτητα και στο εμβληματικό vitello tonnato. Δοκιμάστε την σε καππαροσαλάτα κυκλαδίτικη ή σε γαλλική tapenade.
Ταιριάσματα: Ταιριάζει περισσότερο με τα βότανα, όπως η ρίγανη, το θυμάρι, ο βασιλικός κ.λπ.