Ταυτότητα: Ένα πιπέρι αλλιώτικο από τα άλλα. Καρπός του πολυετούς θάμνου Tasmannia lanceolata, αυτοφυούς στα υγρά δάση της Τασμανίας, αλλά και της Βικτώριας και Νέας Νότιας Ουαλίας στην Αυστραλία, μπορεί να μην ανήκει στην οικογένεια Piper nigrum, των κλασικών πιπεριών, όμως διαθέτει μοναδική και ισχυρή προσωπικότητα, που συνδυάζει την πιπεράτη γεύση, με φρουτώδη αρώματα. Μόλις πέντε τόνοι από αυτούς τους σπάνιους καρπούς, που οι ιθαγενείς της Αυστραλίας τους απέδιδαν ακόμα και αφροδισιακές ιδιότητες, συλλέγονται κάθε χρόνο και αποτελούν σχεδόν απαραίτητο συστατικό σε πολλές τοπικές κουζίνες της Ωκεανίας. Η συγκομιδή τους γίνεται τον Μάρτιο και τον Απρίλιο, ενώ αποξηραίνονται με φυσικό τρόπο, στον αέρα.
Μορφή: Μικροί σπόροι, που θυμίζουν μαύρο πιπέρι, αλλά με πολύ σκούρο βιολετί, σχεδόν μαύρο, χρώμα. Περιέχουν χρωστικές, που μπορεί να δώσουν ένα ελαφρά ροζ-βιολετί χρώμα στα πιάτα.
Αρώματα και γεύση: Το αρωματικό μπουκέτο είναι σύνθετο, με περάσματα δάφνης, κεδρόμηλων, μέντας, δέρματος, λουλουδιών όπως το γεράνι ή η βιολέτα και φρούτων όπως τα μούρα. Στο στόμα, ξεκινάει μαλακά, με μια ελαφριά γλύκα, και στη συνέχεια αποκαλύπτει την έντονα πικάντικη πλευρά του.
Στην κουζίνα: Γενικά, μπορεί να αντικαταστήσει το πιπέρι, όμως ο αρωματικός του χαρακτήρας αναδεικνύει ιδιαίτερα το κυνήγι, φτερωτό ή τριχωτό, τα ψητά κόκκινα κρέατα, τα όστρακα και τα θαλασσινά. Είναι προτιμότερο να το προσθέσετε στο φαγητό λίγο πριν ή μετά το τέλος του μαγειρέματος, χρησιμοποιώντας γουδί για να σπάσετε τους σπόρους, καθώς είναι αρκετά κολλώδεις και δεν «συνεργάζονται» καλά με τους μύλους των μπαχαρικών.
Ταιριάσματα: Ταιριάζει με το μοσχοκάρυδο, το τζίντζερ, το γαρίφαλο, την κανέλα, το λεμόνι, το σκόρδο και το κύμινο.